Tα ευρήματα μιας μικρής μελέτης δείχνουν πως ο χυμός κράνμπερι είναι πλούσιος σε κάποιες αντιβακτηριακές ουσίες οι οποίες θα μπορούσαν να προλάβουν τις επαναλαμβανόμενες λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος στα παιδιά.
Πιο συγκεκριμένα, οι ερευνητές βρήκαν πως ο χυμός κράνμπερι, ο οποίος περιέχει υψηλές συγκεντρώσεις των ουσιών που ονομάζονται προανθοκυανιδίνες (PACs), μειώνει τον κίνδυνο των υποτροπιαζουσών λοιμώξεων του ουροποιητικού κατά 2/3, σε σύγκριση με έναν χυμό που δεν περιέχει την ίδια συγκέντρωση αυτών των ουσιών. Επισημαίνουν μάλιστα πως, από τη στιγμή που δεν έχουν όλοι οι χυμοί κράνμπερι την ίδια περιεκτικότητα σε PACs, τα ευρήματά τους δεν μπορούν να γενικευτούν για κάθε χυμό που διατίθεται στην αγορά.
Οι ειδικοί ωστόσο αναγνωρίζουν ότι τα εν λόγω ευρήματα μπορούν να υποστηρίξουν τη δράση του χυμού κράνμπερι στην αντιμετώπιση των λοιμώξεων του ουροποιητικού, εξαιτίας της πλούσιας σύστασής του σε PACs. Ο συγκεκριμένος χυμός αποτελεί εδώ και καιρό μια εναλλακτική λύση πρόληψης των επαναλαμβανόμενων λοιμώξεων του ουροποιητικού για τις γυναίκες, αν και οι σχετικές μελέτες έχουν δώσει ανάμεικτα αποτελέσματα σχετικά με την αποτελεσματικότητά του.
Δεν υπάρχει όμως ικανοποιητικός αριθμός σχετικών μελετών στα παιδιά, αν και οι λοιμώξεις του ουροποιητικού είναι πολύ συχνές σε αυτή την ηλικιακή ομάδα. Τα κορίτσια έχουν περίπου 8% πιθανότητα να εμφανίσουν μια λοίμωξη του ουροποιητικού κατά τη διάρκεια της παιδικής τους ηλικίας, ενώ η αντίστοιχη πιθανότητα στα αγόρια είναι 2%. Εκτός από τα ενοχλητικά συμπτώματα που έχουν οι παραπάνω λοιμώξεις σε κάποιες περιπτώσεις, οι υποτροπές τους μπορεί να βλάψουν τους νεφρούς, με αποτέλεσμα οι ιατροί συχνά να συνταγογραφούν αντιβιοτικά για λόγους πρόληψης.
Τα αντιβιοτικά όμως είναι πιθανό να έχουν παρενέργειες, ενώ παράλληλα η μακροχρόνια χρήση τους μπορεί να τροφοδοτήσει την αντίσταση των βακτηρίων σε αυτά. Είναι σημαντικό λοιπόν για τους ερευνητές να εξετάσουν εάν τα προϊόντα κράνμπερι συνιστούν μια καλή εναλλακτική.
Στην παρούσα μελέτη συμμετείχαν 40 παιδιά που είχαν παρουσιάσει τουλάχιστον δύο λοιμώξεις του ουροποιητικού τον περασμένο χρόνο. Τα παιδιά αυτά χωρίστηκαν σε δύο ομάδες με τυχαίο τρόπο. Στη μία τα παιδιά κατανάλωναν συστηματικά χυμό κράνμπερι πλούσιο σε PACs και στην άλλη κατανάλωναν έναν χυμό που δεν περιείχε κανένα συστατικό του χυμού cranberry. Μέσα στον επόμενο χρόνο τα παιδιά που κατανάλωναν το χυμό κράνμπερι είχαν το καθένα 0,4% πιθανότητα να εμφανίσουν λοίμωξη του ουροποιητικού, ενώ για κάθε παιδί της ομάδας ελέγχου η παραπάνω πιθανότητα ήταν 1,15%.
Οι ειδικοί τονίζουν πως, ενώ ο χυμός κράνμπερι φαίνεται να αποτελεί μια πολύ καλή εναλλακτική της προληπτικής πρόσληψης των αντιβιοτικών, δεν μπορεί να τα αντικαταστήσει ως θεραπευτική επιλογή. Παράλληλα, ίσως χρειάζεται τα παιδιά να βελτιώσουν κάποιες συνήθειες που σχετίζονται με τη πρόσληψη υγρών και την επίσκεψη στην τουαλέτα. Είναι σημαντικό, δηλαδή, να ενυδατώνονται επαρκώς και να επισκέπτονται την τουαλέτα χωρίς καθυστέρηση όταν το έχουν ανάγκη. Ταυτόχρονα, η αντιμετώπιση των προβλημάτων δυσκοιλιότητας, εάν υπάρχουν, μπορεί να βοηθήσει επίσης στην πρόληψη των λοιμώξεων του ουροποιητικού.
Οι ερευνητές παράλληλα αναφέρουν, ότι 6 παιδιά αποχώρησαν από τη μελέτη είτε γιατί οι γονείς τους δεν πίστευαν στην αποτελεσματικότητα του χυμού είτε γιατί η γεύση του κράνμπερι δεν άρεσε στα παιδιά. Αυτό συνιστά ένα πρόβλημα, γιατί οι κατασκευαστές, για να βελτιώσουν τη γεύση του χυμού, συχνά τον αναμειγνύουν με άλλους πιο εύγευστους χυμούς, ή προσθέτουν αρκετή ζάχαρη. Η ανάμειξή του όμως θέτει το ζήτημα της χαμηλότερης περιεκτικότητας του χυμού σε PACs, ενώ η προσθήκη ζάχαρης αυξάνει σημαντικά τις θερμίδες. Η κατανάλωση μεγάλης ποσότητας ζαχαρούχου χυμού μπορεί επίσης να προκαλέσει διάρροια στα παιδιά.
Είναι σημαντικό, λοιπόν, κάθε παιδί να λαμβάνει την κατάλληλη ποσότητα χυμού. Στην παρούσα μελέτη, για παράδειγμα, η ποσότητα του χυμού καθοριζόταν σύμφωνα με το βάρος του παιδιού. Μια ακόμα εναλλακτική είναι η πρόσληψη των ουσιών του χυμού κράνμπερι σε ταμπλέτες, αλλά ακόμα δεν γνωρίζει κανείς ποια είναι η ακριβής δόση που χρειάζεται για την πρόληψη των λοιμώξεων του ουροποιητικού στα παιδιά.
Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι, σε κάθε περίπτωση, οι γονείς θα πρέπει να συμβουλεύονται τον παιδίατρο και να μην προμηθεύονται απλά ένα χυμό κράνμπερι, για τον οποίο μάλιστα δεν γνωρίζουν αν περιέχει την κατάλληλη περιεκτικότητα σε PACs.
Το άρθρο επιμελήθηκε ο Κ. Κωνσταντινίδης, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, Πρόεδρος του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, www.andrologia.gr
Πιο συγκεκριμένα, οι ερευνητές βρήκαν πως ο χυμός κράνμπερι, ο οποίος περιέχει υψηλές συγκεντρώσεις των ουσιών που ονομάζονται προανθοκυανιδίνες (PACs), μειώνει τον κίνδυνο των υποτροπιαζουσών λοιμώξεων του ουροποιητικού κατά 2/3, σε σύγκριση με έναν χυμό που δεν περιέχει την ίδια συγκέντρωση αυτών των ουσιών. Επισημαίνουν μάλιστα πως, από τη στιγμή που δεν έχουν όλοι οι χυμοί κράνμπερι την ίδια περιεκτικότητα σε PACs, τα ευρήματά τους δεν μπορούν να γενικευτούν για κάθε χυμό που διατίθεται στην αγορά.
Οι ειδικοί ωστόσο αναγνωρίζουν ότι τα εν λόγω ευρήματα μπορούν να υποστηρίξουν τη δράση του χυμού κράνμπερι στην αντιμετώπιση των λοιμώξεων του ουροποιητικού, εξαιτίας της πλούσιας σύστασής του σε PACs. Ο συγκεκριμένος χυμός αποτελεί εδώ και καιρό μια εναλλακτική λύση πρόληψης των επαναλαμβανόμενων λοιμώξεων του ουροποιητικού για τις γυναίκες, αν και οι σχετικές μελέτες έχουν δώσει ανάμεικτα αποτελέσματα σχετικά με την αποτελεσματικότητά του.
Δεν υπάρχει όμως ικανοποιητικός αριθμός σχετικών μελετών στα παιδιά, αν και οι λοιμώξεις του ουροποιητικού είναι πολύ συχνές σε αυτή την ηλικιακή ομάδα. Τα κορίτσια έχουν περίπου 8% πιθανότητα να εμφανίσουν μια λοίμωξη του ουροποιητικού κατά τη διάρκεια της παιδικής τους ηλικίας, ενώ η αντίστοιχη πιθανότητα στα αγόρια είναι 2%. Εκτός από τα ενοχλητικά συμπτώματα που έχουν οι παραπάνω λοιμώξεις σε κάποιες περιπτώσεις, οι υποτροπές τους μπορεί να βλάψουν τους νεφρούς, με αποτέλεσμα οι ιατροί συχνά να συνταγογραφούν αντιβιοτικά για λόγους πρόληψης.
Τα αντιβιοτικά όμως είναι πιθανό να έχουν παρενέργειες, ενώ παράλληλα η μακροχρόνια χρήση τους μπορεί να τροφοδοτήσει την αντίσταση των βακτηρίων σε αυτά. Είναι σημαντικό λοιπόν για τους ερευνητές να εξετάσουν εάν τα προϊόντα κράνμπερι συνιστούν μια καλή εναλλακτική.
Στην παρούσα μελέτη συμμετείχαν 40 παιδιά που είχαν παρουσιάσει τουλάχιστον δύο λοιμώξεις του ουροποιητικού τον περασμένο χρόνο. Τα παιδιά αυτά χωρίστηκαν σε δύο ομάδες με τυχαίο τρόπο. Στη μία τα παιδιά κατανάλωναν συστηματικά χυμό κράνμπερι πλούσιο σε PACs και στην άλλη κατανάλωναν έναν χυμό που δεν περιείχε κανένα συστατικό του χυμού cranberry. Μέσα στον επόμενο χρόνο τα παιδιά που κατανάλωναν το χυμό κράνμπερι είχαν το καθένα 0,4% πιθανότητα να εμφανίσουν λοίμωξη του ουροποιητικού, ενώ για κάθε παιδί της ομάδας ελέγχου η παραπάνω πιθανότητα ήταν 1,15%.
Οι ειδικοί τονίζουν πως, ενώ ο χυμός κράνμπερι φαίνεται να αποτελεί μια πολύ καλή εναλλακτική της προληπτικής πρόσληψης των αντιβιοτικών, δεν μπορεί να τα αντικαταστήσει ως θεραπευτική επιλογή. Παράλληλα, ίσως χρειάζεται τα παιδιά να βελτιώσουν κάποιες συνήθειες που σχετίζονται με τη πρόσληψη υγρών και την επίσκεψη στην τουαλέτα. Είναι σημαντικό, δηλαδή, να ενυδατώνονται επαρκώς και να επισκέπτονται την τουαλέτα χωρίς καθυστέρηση όταν το έχουν ανάγκη. Ταυτόχρονα, η αντιμετώπιση των προβλημάτων δυσκοιλιότητας, εάν υπάρχουν, μπορεί να βοηθήσει επίσης στην πρόληψη των λοιμώξεων του ουροποιητικού.
Οι ερευνητές παράλληλα αναφέρουν, ότι 6 παιδιά αποχώρησαν από τη μελέτη είτε γιατί οι γονείς τους δεν πίστευαν στην αποτελεσματικότητα του χυμού είτε γιατί η γεύση του κράνμπερι δεν άρεσε στα παιδιά. Αυτό συνιστά ένα πρόβλημα, γιατί οι κατασκευαστές, για να βελτιώσουν τη γεύση του χυμού, συχνά τον αναμειγνύουν με άλλους πιο εύγευστους χυμούς, ή προσθέτουν αρκετή ζάχαρη. Η ανάμειξή του όμως θέτει το ζήτημα της χαμηλότερης περιεκτικότητας του χυμού σε PACs, ενώ η προσθήκη ζάχαρης αυξάνει σημαντικά τις θερμίδες. Η κατανάλωση μεγάλης ποσότητας ζαχαρούχου χυμού μπορεί επίσης να προκαλέσει διάρροια στα παιδιά.
Είναι σημαντικό, λοιπόν, κάθε παιδί να λαμβάνει την κατάλληλη ποσότητα χυμού. Στην παρούσα μελέτη, για παράδειγμα, η ποσότητα του χυμού καθοριζόταν σύμφωνα με το βάρος του παιδιού. Μια ακόμα εναλλακτική είναι η πρόσληψη των ουσιών του χυμού κράνμπερι σε ταμπλέτες, αλλά ακόμα δεν γνωρίζει κανείς ποια είναι η ακριβής δόση που χρειάζεται για την πρόληψη των λοιμώξεων του ουροποιητικού στα παιδιά.
Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι, σε κάθε περίπτωση, οι γονείς θα πρέπει να συμβουλεύονται τον παιδίατρο και να μην προμηθεύονται απλά ένα χυμό κράνμπερι, για τον οποίο μάλιστα δεν γνωρίζουν αν περιέχει την κατάλληλη περιεκτικότητα σε PACs.
Το άρθρο επιμελήθηκε ο Κ. Κωνσταντινίδης, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, Πρόεδρος του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, www.andrologia.gr
zougla.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου